Τι μπορεί να επηρεάσει τις τιμές του σακχάρου σε ένα άτομο με διαβήτη;

[ad_1]

Ένα άτομο με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1, αλλά και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, είναι χρήσιμο να γνωρίζει σε ποιες περιπτώσεις και από ποια τρόφιμα επηρεάζονται οι τιμές των σακχάρων του.

Ποιοι είναι οι διατροφικοί παράγοντες που επηρεάζουν τις τιμές του σακχάρου;

Πρώτη και πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι η κατανάλωση γεύματος με υδατάνθρακες και λίπος. Για να ολοκληρωθεί η πέψη των υδατανθράκων χρειάζονται 3-4 ώρες, ενώ το λίπος χρειάζεται 6-8 ώρες. Σε ένα γεύμα πλούσιο με λιπαρά, όπως είναι το παστίτσιο, θα πρέπει να υπολογιστούν ξεχωριστά μονάδες για τους υδατάνθρακες και ξεχωριστά για το λίπος και να γίνει η έγχυση ινσουλίνης για το λίπος 2-3 ώρες μετά την κατανάλωση του φαγητού, συμβουλεύει η Βασιλική Λαζαρίδου, Διαιτολόγος – Διατροφολόγος. Τις μονάδες για το λίπος αρχίζει το άτομο να τις υπολογίζει δειλά-δειλά στην εφηβεία και από κει κι έπειτα σε όλα του γεύματα. Αν το λίπος είναι «καλό», για παράδειγμα ξηροί καρποί, δεν υπολογίζονται μονάδες.

Κάπου εδώ θα πρέπει να γίνει η αναφορά και η αποσαφήνιση του όρου γλυκαιμικός δείκτης. Ο γλυκαιμικός δείκτης είναι μια τιμή η οποία προέρχεται από πίνακες αναφοράς της γλυκόζης και του λευκού ψωμιού και συμβολίζει την εκατοστιαία αύξηση του σακχάρου ανά 50 γραμμάρια υδατανθρακούχου τροφίμου. Όσο αυξάνεται η ποσότητα των γραμμαρίων, αυξάνεται και ο γλυκαιμικός δείκτης και γίνεται γλυκαιμικό φορτίο, αναφέρει η κ. Λαζαρίδου. 

Ωστόσο, παραμένοντας στον όρο «γλυκαιμικός δείκτης», τρόφιμα με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη είναι όσα έχουν ως πρώτη ύλη το λευκό αλεύρι, τα δημητριακά, οι βραστές πατάτες, ενώ τα ολικής έχουν μέτριο γλυκαιμικό δείκτη. Χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη έχουν κυρίως τα πράσινα λαχανικά και κάποια φρούτα (μήλα, αχλάδια, πορτοκάλια με τρόφιμο αναφοράς τη γλυκόζη). Αυτό που είναι έξυπνο και πρακτικό είναι ο συνδυασμός τροφίμων υψηλού γλυκαιμικού δείκτη με τροφές με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη. Έτσι αποφεύγεται η μεγάλη αύξηση του σακχάρου στο δίωρο όπου και φαίνονται τα αποτελέσματα του γλυκαιμικού δείκτη.

Τρόφιμα όπως σπόροι (π.χ. λιναρόσπορος), ξηροί καρποί, βρώμη και τρόφιμα με υψηλό ποσοστό φυτικών ινών, λόγω της ιδιότητάς τους να καθυστερούν την κένωση του στομάχου, μπορούν να «βγάζουν» σάκχαρα ακόμη και 4 ώρες μετά την κατανάλωσή τους. Αυτά τα θέλουμε στη διατροφή του ατόμου με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1, αλλά και τύπου 2 διότι χορταίνουν και διατηρούν το αίσθημα του κορεσμού για πολλή ώρα. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα, όμως, είναι ότι από τη στιγμή που καταναλωθούν, αποδεσμεύουν αργά και σταδιακά τα σάκχαρά τους αποφεύγοντας την απότομη αύξηση του γλυκαιμικού δείκτη (άρα και του σακχάρου) στο δίωρο δίνοντας μια εναρμονισμένη κίνηση με την καμπύλη της ινσουλίνης μόλις γίνει η χορήγησή της.

Επίσης, όπως αναφέρει η ειδικός,η κατανάλωση πρωτεϊνών επηρεάζει τα επίπεδα του σακχάρου. Για κάθε 120 γραμμάρια πρωτεΐνης από κρέας, υπολογίζονται 15 γραμμάρια υδατανθράκων, ενώ για κάθε 150 γραμμάρια ψαριού υπολογίζονται 15 γραμμάρια υδατανθράκων. Αυτά υπολογίζονται από την ηλικία των 18 και μετά. Μέχρι τότε, δεν υπολογίζεται καθόλου η πρωτεΐνη.

Η κατανάλωση αλκοόλ επηρεάζει τα επίπεδα σακχάρου. Αν πρόκειται για σκέτη αλκοόλη, π.χ. τσίπουρο, βότκα, κρασί, στην αρχή υπάρχει μια αύξηση του σακχάρου, ενώ αργότερα και για πολλές ώρες μετά υπάρχουν χαμηλά σάκχαρα. Αν τα ποτά συνοδεύει και ανθρακούχο αναψυκτικό, τότε η αύξηση του σακχάρου είναι ακόμη πιο απότομη και η μείωσή του γίνεται υπό περιπτώσεις. Το πιο ασφαλές είναι να γίνονται τακτικές μετρήσεις και το άτομο να έχει καταναλώσει γεύμα με καλά λιπαρά πριν την κατανάλωση των ποτών, αλλά και κατά τη διάρκεια πάλι να τσιμπάει ξηρούς καρπούς. Είναι πιο εύκολο να χειριστεί την υπεργλυκαιμία, αλλά είναι επίσης εύκολο να μπερδέψει τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας με τη ζάλη από το ποτό. Εδώ να σημειωθεί πως για την μπύρα, εξαιτίας της παρουσίας της μαγιάς, χρειάζεται ινσουλίνη από την αρχή της κατανάλωσής της.

«Μπορεί να φαίνονται πολλά αυτά που επηρεάζουν τις τιμές του σακχάρου, όμως ένα άτομο με σακχαρώδη διαβήτη αντιμετωπίζει τα περισσότερα καθημερινά. Η γνώση αυτών βοηθάει να πάρει τις βάσεις και να τις προσαρμόσει στις ανάγκες του. Ο κάθε οργανισμός είναι διαφορετικός και μπορεί να είναι η εξαίρεση στον κανόνα» καταλήγει η κ. Λαζαρίδου.

 

 diatrofi

[ad_2]

Source link